Σαφείς δεσμεύσεις της πολιτικής ηγεσίας για ταχεία ολοκλήρωση των διαδικασιών έγκρισης και χρηματοδότησης των Σχεδίων Βελτίωσης, αναλήφθηκαν κατά τη διάρκεια του 2ου Συνεδρίου για την Εκμηχάνιση της Ελληνικής Γεωργίας που διοργάνωσε τη Δευτέρα στη Θεσσαλονίκη ο Σύνδεσμος Εισαγωγέων Αντιπροσώπων Μηχανημάτων (ΣΕΑΜ).
Πρώτον, ισχύει η υπερδέσμευση 125% που έγινε τον περασμένο Ιούνιο, επομένως τα χρήματα που θα διατεθούν με τη μορφή δημόσιας δαπάνης για τα Σχέδια Βελτίωσης ανέρχεται στο ποσό των 600 εκατ. ευρώ, έναντι 316 εκατ. ευρώ που είχε προβλεφθεί αρχικά. Αυτό δίνει τη δυνατότητα να ικανοποιηθούν δύο στους τρεις υποψήφιους που έχουν υποβάλει επενδυτική πρόταση.
Δεύτερον, η διαδικασία αξιολόγησης των επενδυτικών φακέλων έχει προχωρήσει σε ικανοποιητικό βαθμό και μέχρι το τέλος του έτους θα αρχίσουν να αναρτώνται οι σχετικές λίστες από τις Περιφέρειες. Σε κάθε περίπτωση, στόχος όλων των πλευρών είναι οι εγκρίσεις να έχουν βγει μέχρι τα τέλη Ιανουαρίου, δηλαδή πριν την έκθεση Agrotica.
Τρίτον, τόσο ο υπουργός, Μάκης Βορίδης, όσο και ο γενικός γραμματέας, Κώστας Μπαγινέτας, διαβεβαίωσαν τους παριστάμενους στο συνέδριο του ΣΕΑΜ ότι ολοκληρώνεται η προετοιμασία των χρηματοδοτικών εργαλείων, έτσι ώστε, οι τράπεζες να έχουν εξασφαλισμένη εγγύηση (Ταμείο Εγγυήσεων Αγροτικής Ανάπτυξης) και να διευκολύνουν την αναζήτηση έστω και μέρους της ιδιωτικής συμμετοχής των αγροτών.
Τέταρτον, δεσμεύσεις για ταχεία επεξεργασία των αιτημάτων των αγροτών, ανέλαβε και ο σύμβουλος διοίκησης της Τράπεζας Πειραιώς, Χριστόδουλος Αντωνιάδης, ο οποίος ήταν στο πάνελ του Συνεδρίου. Τόνισε μάλιστα ότι η τράπεζα έχει ήδη διαμορφώσει το δικό της σύστημα αξιολόγησης των αιτημάτων χρηματοδότησης όσων εξασφαλίσουν το εγκριτικό για να συμμετάσχουν στο πρόγραμμα (Μέτρο 4.1.1) και με μια επικαιροποίηση των οικονομικών στοιχείων, οι σχετικές αποφάσεις δανειοδότησης θα μπορούν να προχωρήσουν πολύ γρήγορα.
Πέμπτον, στα σκαριά βρίσκεται και η διαδικασία προετοιμασίας της προκήρυξης για τα αρδευτικά 4.1.2 των Σχεδίων Βελτίωσης, η οποία αναμένεται να συμβάλει στον περαιτέρω εκσυγχρονισμό των αγροτικών εκμεταλλεύσεων.
Έκτον, από την πλευρά του υφυπουργού Κώστα Σκρέκα, έγινε εμπεριστατωμένη αναφορά στις επενδυτικές δυνατότητες για φθηνή ενέργεια που παρέχεται μέσα από τις ρυθμίσεις για αγροτικά φωτοβολταϊκά τύπου Net Metering, τα οποία θα έχουν στο εξής τη δυνατότητα να διαθέτουν στο δίκτυο (ΔΕΗ) το 75% της ενέργειας που παράγουν. Όπως τονίσθηκε, αυτή η λύσει δίνει τη δυνατότητα χρηματοδότησης τέτοιου είδους έργων από τις τράπεζες και εξασφάλισης δωρεάν ρεύματος για τις ανάγκες των εκμεταλλεύσεων.
Από την πλευρά των αγροτών που συμμετείχαν στην εκδήλωση έγινε πολύ συζήτηση για τις δυσκολίες που ανακύπτουν από το φορολογικό καθεστώς των αγροτών, με ιδιαίτερη έμφαση στα εμπόδια ανανέωσης του στόλου των τρακτέρ εξ αιτίας της φορολόγησης με υψηλό μάλιστα συντελεστή, των παλιών μηχανημάτων. Επ’ αυτού ο υφυπουργός, Κώστας Σκρέκας, δεσμεύθηκε να εξετάσει το ζήτημα σε συνεργασία με την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών.
Ζεστό χρήμα που θα ξεπεράσει το 1 δισ. ευρώ και ίσως φτάσει ακόμη και τα 1,3 δισ. ευρώ, θα κινητοποιήσει στον εγχώριο αγροτικό τομέα ο σχεδόν διπλασιασμός του ποσού που θα διατεθεί ως δημόσια δαπάνη για την υλοποίηση των πολύπαθων σχεδίων βελτίωσης, με τις πρώτες εκταμιεύσεις μάλιστα να αναμένονται μέσα στον Ιανουάριο.
Μιλώντας από το βήμα του 2ου συνεδρίου του ΣΕΑΜ για την εκμηχάνιση του γεωργικού τομέα της χώρας, ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Μάκης Βορίδης ανέφερε πως το ποσό για τη χρηματοδότηση των επενδυτικών σχεδίων του μέτρου 4.1, θα ανέλθει, τελικώς, στα 600 εκατ. ευρώ, αντί 316 εκατ. ευρώ, που ήταν ο αρχικός προϋπολογισμός, προκειμένου να ικανοποιηθούν το δυνατό περισσότερα από τα περίπου 15.360 επενδυτικά αιτήματα που έχουν υποβληθεί σε όλη την Ελλάδα.
Στο ποσό αυτό, όπως ειπώθηκε, θα πρέπει να προστεθούν άλλα κατ’ ελάχιστον 450 εκατ. ευρώ, που θα εισφερθούν με τη μορφή της ίδιας συμμετοχής των αγροτών, ανεβάζοντας το συνολικό ποσό της επένδυσης στον πρωτογενή τομέα, σε επίπεδα άνω του 1 δισ. ευρώ.
«Οι πρώτες εγκρίσεις αναμένονται προς το τέλος Δεκεμβρίου και οι πρώτες εκταμιεύσεις τον Ιανουάριο. Στην επικείμενη Agrotica θα γίνουν δουλειές μεταξύ παραγωγών και εμπόρων», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Βορίδης, σημειώνοντας πως “βρήκαμε το πρόγραμμα σε κατάσταση νομικής περιπλοκής και χρειάστηκε σκληρή δουλειά και πολιτική απόφαση για να το ξεμπλοκάρουμε”.
Εξήγησε ακόμη, πως για να διευκολυνθούν οι δικαιούχοι αγρότες στην εξασφάλιση της ίδιας συμμετοχής στα σχέδια βελτίωσης, το υπουργείο ετοιμάζει τη λειτουργία του Αγροτικού Ταμείου Εγγυοδοσίας, το οποίο θα χορηγήσει δάνεια ύψους 450 εκατ. Ευρώ, μαζί με τη μόχλευση των ιδιωτικών τραπεζών.
«Μέσα από το πρόγραμμα αγροτικής ανάπτυξης βάζουμε 80 εκατ. ευρώ ως εγγύηση, ενώ το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάπτυξης θα βγάλει άμεσα την πρόσκληση για τις τράπεζες που θα μετάσχουν και εκτιμώ ότι μέσα στον Ιανουάριο ή το Φεβρουάριο, θα μπορέσουμε να δώσουμε και αυτά τα δάνεια», ανέφερε ο κ. Βορίδης, σημειώνοντας ότι θα πρόκειται για χαμηλότοκα δάνεια, μακράς ωρίμανσης και χαμηλές εξασφαλίσεις και πως “οι τράπεζες δείχνουν ζωηρό ενδιαφέρον να συμμετάσχουν”.
Περαιτέρω ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης εξέφρασε την εκτίμηση πως από τη στιγμή που ο γεωργικός τομέας είναι παγκοσμιοποιημένος οι πιέσεις στο θέμα των τιμών για τα ελληνικά προϊόντα θα συνεχίσουν να υπάρχουν και για αυτό όπως είπε είναι κρίσιμο να προχωρήσει όσο πιο γρήγορα γίνεται η εκμηχάνιση της εγχώριας παραγωγής, μέσα από την οποία «επιτυγχάνονται οικονομίες κλίμακας, μειώνεται το κόστος παραγωγής και πετυχαίνουμε παραγωγή ανταγωνιστικών προϊόντων».
Ειδικότερα για το θέμα της ανταγωνιστικής γεωργίας, σημείωσε ότι «εκτός από το να αυτοθαυμάζουμε τα ελληνικά προϊόντα μας, πρέπει να ανοίξουμε νέες εμπορικές αγορές», αλλά ξεκαθάρισε πως οι νέες συμφωνίες της Ε.Ε. με την Κίνα, που μας επέτρεψαν να πανηγυρίζουμε για τη φέτα, το ούζο, τον κρόκο, τα ακτινίδια και άλλα προϊόντα, πρέπει να ξέρουμε πως ανοίγουν την πόρτα για ισάριθμα κινεζικά προϊόντα στην ευρωπαϊκή αγορά. “Αυτές οι συμφωνίες είναι δούναι και λαβείν. Τις υποστηρίζουμε όμως διότι έχουμε την αυτοπεποίθηση, αλλά και γιατί μπορούμε να προσπαθήσουμε να παράγουμε εκτός από ποιοτικά και ανταγωνιστικά προϊόντα”, ανέφερε ο κ. Βορίδης, σπεύδοντας να ξεκαθαρίσει όμως πως “δεν γίνεται να φεύγουν τα προϊόντα μας χύμα χωρίς τυποποίηση, γιατί έτσι θα συνεχίσουν να ανταγωνίζονται στο επίπεδο της τιμής και δεν θα μπορούμε να διεκδικήσουμε μερίδια αγοράς στις αγορές του εξωτερικού”.
Για τη νέα Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) και την επίδραση που μπορεί να έχουν σε αυτή οι αλλαγές στην ΕΕ, ο κ. Βορίδης εκφράζοντας την πεποίθησή του ότι «θα πάμε σε Brexit», ξεκαθάρισε ότι η Ελλάδα παραμένει σταθερή στις θέσεις της, που είναι «όχι στη μείωση του προϋπολογισμού της ΚΑΠ και συνέχιση της εκμηχάνισης με στοχευμένη χρήση φυτοφαρμάκων, λιπασμάτων και νερού, ώστε να εξασφαλίζεται και η προστασία του περιβάλλοντος, βάσει των επιταγών της ΕΕ».
Στη σημασία της εκμηχάνισης για την ανάπτυξη του γεωργικού τομέα στην Ελλάδα, αλλά και τη δημιουργία άμεσων και έμμεσων θέσεων εργασίας, αναφέρθηκε ο υφυπουργός Εσωτερικών, στον τομέα της Μακεδονίας και Θράκης, Θεόδωρος Καράογλου. Επίσης στο χαιρετισμό του ο διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΘ – Helexpo, Κυριάκος Ποζρικίδης αναφέρθηκε στην επικείμενη Agrotica, μεταξύ 30 Ιανουαρίου και 2 Φεβρουαρίου του 2020, σημειώνοντας πως θα είναι η μεγαλύτερη όλων των εποχών, τόσο σε επίπεδο συμμετοχών εκθετών, που είναι 1.950 και καταλαμβάνουν μέχρι και το Βελλίδειο, όσο και σε επίπεδο επισκεπτών, αφού ο εκτιμώμενος αριθμός τους είναι 150.000 άτομα.
Λυδία λίθο για την ανταγωνιστικότητα του εγχώριου γεωργικού τομέα χαρακτήρισε ο πρόεδρος του ΣΕΑΜ, Σάββας Μπαλουκσής, το επίπεδο της εκμηχάνισής του, καθώς, όπως επισήμανε, όσο πιο μεγάλη είναι η διείσδυσή των σύγχρονων μηχανημάτων στις εκμεταλλεύσεις, τόσο πιο πολύ βελτιώνεται, ποσοτικά και ποιοτικά, η αποδοτικότητά τους.
Επανάφερε μάλιστα στο τραπέζι της συζήτησης το αίτημα του ΣΕΑΜ για τη θεσμοθέτηση επενδυτικών και φορολογικών κινήτρων, ταυτόχρονα με την υλοποίηση, εκ μέρους της Πολιτείας, ενός εθνικό προγράμματος απόσυρσης και αντικατάστασης πεπαλαιωμένων μηχανημάτων, για να ενθαρρυνθούν οι αγρότες να εκσυγχρονίσουν τις εκμεταλλεύσεις τους.
«Η σημερινή εικόνα του ελληνικού στόλου ελκυστήρων, αλλά και των παρελκόμενων, κάθε άλλο παρά ικανοποιητική είναι. Έχουμε περίπου 160.000 τρακτέρ, αλλά ο μέσος όρος ηλικίας τους υπερβαίνει τα 26-27 χρόνια και με το ρυθμό αντικατάστασης να είναι κάτω από 1%, καθώς η αγορά την τελευταία δεκαετία έχει πέσει στα επίπεδα των 1.000 – 1.500 πωλήσεων ετησίως, η ψαλίδα ανοίγει περισσότερο, αντί να κλείνει σε σχέση με τη γήρανση του στόλου», είπε χαρακτηριστικά.
Η εξέλιξη αυτή, σύμφωνα με τον πολύπειρο πρόεδρο του ΣΕΑΜ, πέραν των αρνητικών επιπτώσεων στη βιωσιμότητα των εκμεταλλεύσεων, έχει επίπτωση και στα οικονομικά μεγέθη των εμπορικών επιχειρήσεων του κλάδου, στο απασχολούμενο εργατικό δυναμικό τους κι εν τέλει και στη εθνική οικονομία, είτε άμεσα, είτε έμμεσα.
Οι βασικές αιτίες που οδήγησαν στη σημερινή κατάσταση στον κλάδο, κατά τον κ. Μπαλουκτσή, σχετίζονται, πρώτα και κύρια, με το γεγονός ότι η υλοποίηση επενδυτικών προγραμμάτων γίνεται από την Πολιτεία με μεγάλη καθυστέρηση, δημιουργεί προσμονή κι αναβλητικότητα στην αγορά κι όταν τελικώς υλοποιούνται, ο χρόνος, ο προϋπολογισμός αλλά και οι δυνατότητες των δικαιούχων, δεν επαρκούν ώστε να καλυφθεί το χαμένο έδαφος.
Εξίσου επιβαρυντικά έχουν λειτουργήσει, ωστόσο και οι εισοδηματικές επιδοτήσεις από την Κοινότητα, που έβαλαν σε δεύτερη προτεραιότητα την ανάγκη μείωσης του κόστους παραγωγής, η έλλειψη κινήτρων, η μείωση του αγροτικού εισοδήματος σε συνδυασμό με τη γενικότερη οικονομική κρίση και η λανθασμένη αντίληψη ότι στην Ελλάδα έχουμε πολλά γεωργικά μηχανήματα και άρα δεν χρειάζεται να επενδυθούν άλλα κεφάλαια στον τομέα αυτό.
Ως προς τα προβλήματα που επηρεάζουν αρνητικά την εκμηχάνιση του αγροτικού τομέα, ο ομιλητής εστίασε στο κενό εκπαίδευσης (απουσία αναγκαίων ειδικοτήτων), στην ανεπαρκή πληροφόρηση για το βαθμό εκμηχάνισης, στην έλλειψη μηχανισμών ελέγχου καταλληλότητας των μηχανημάτων και στην έλλειψη κεφαλαίων και χρηματοδότησης για επενδύσεις από τον τραπεζικό τομέα.
Αναφορικά με το τί πρέπει να γίνει για να προχωρήσει η εκμηχάνιση του γεωργικού τομέα και να αναταχθεί η αγορά του κλάδου, εκτός από τα φορολογικά και τα επενδυτικά κίνητρα, σύμφωνα με τον πρόεδρο του ΣΕΑΜ, προτεραιότητα θα πρέπει να αποτελέσει ο εκσυγχρονισμός και η στελέχωση των υπηρεσιών του ΥΠΑΑΤ, η ίδρυση ειδικών σχολών και τμημάτων στα πανεπιστήμια, η αλλαγή δομής του προγράμματος για τα σχέδια βελτίωσης, ώστε αυτά να είναι κυλιόμενα, ευέλικτα, γρήγορα και αποδοτικά, να μη δίδονται άλλες διαδοχικές παρατάσεις στην εισαγωγή και εμπορία μεταχειρισμένων ελκυστήρων οι οποίοι έχουν απαξιωθεί στις χώρες εισαγωγής και να δημιουργηθεί μητρώο εν ενεργεία γεωργικών ελκυστήρων, οι οποίοι υποχρεωτικά θα υπόκεινται σε τακτικό τεχνικό έλεγχο, στα πρότυπα των ΚΤΕΟ για τα άλλα οχήματα.
Με «αναμμένες τις μηχανές» οι τράπεζες για τα σχέδια βελτιωσης
Πανέτοιμες να τρέξουν τη διαδικασία των εκταμιεύσεων δανείων για τα σχέδια βελτίωσης, σε χρόνους που προοδευτικά μπορούν να μειωθούν ακόμη και σε κάτω από 15 ημέρες, δηλώνουν οι τράπεζες, υπό τον όρο ότι ο φάκελος θα είναι πλήρης, όπως προέκυψε από το ερώτημα που διατύπωσε ο αγρότης Πασχάλης Παππάς από τις Σέρρες, για το χρόνο που θα μεσολαβεί από την έγκριση του σχεδίου έως τη δανειοδότηση.
«Από τη στιγμή που θα λάβουμε τις εγκρίσεις στα χέρια μας θα είμαστε γρήγοροι αρκεί να υπάρχει πληρότητα φακέλου, διότι μπορεί να έχετε ελεγχθεί για την οικονομική σας κατάσταση τη διετία 2016-2017, όμως η τράπεζα θα πρέπει να δει και τα πιο πρόσφατα στοιχεία σας, ώστε να σας δανειοδοτήσει», επισήμανε ο σύμβουλος διοίκησης της Τράπεζας Πειραιώς, Χριστόδουλος Αντωνιάδης, προσθέτοντας πως «δεν μπορώ να σας πω πόσος θα είναι αυτός ο χρόνος, όμως από κάποια στιγμή και μετά η διαδικασία θα πέσει ίσως και κάτω από τις δύο εβδομάδες».
Σύμφωνα με τον κ. Αντωνιάδη, εξάλλου, στην κατηγορία των επενδυτών που θεωρούνται κατάλληλοι να προχωρήσουν σε επενδύσεις σχεδίων βελτίωσης, είναι κατά βάση οι επαγγελματίες αγρότες. «Οι άνθρωποι αυτοί στοχεύουν σε σαφή οφέλη της επένδυσης που επιχειρούν, γιατί σχετίζεται με την αύξηση της αποτελεσματικότητάς τους, με τη μείωση του κόστους παραγωγής και την καλύτερη πρόσβαση σε αγορές. Επίσης έχουν εμπειρία στο γεωργικό επάγγελμα και σχετική εκπαίδευση, είναι σε θέση να καταβάλουν ένα ποσό ως ίδια συμμετοχή και ταυτόχρονα είναι και συνεπείς στις υποχρεώσεις τους στο δημόσιο, τα ασφαλιστικά ταμεία, τις τράπεζες και τρίτους. Παράλληλα η επένδυση που έχουν σχεδιάσει είναι αναγκαία για τους ίδιους, συμφέρουσα και εντάσσεται αρμονικά στη διάρθρωση της εκμετάλλευσής τους που είναι σημαντικό για μια επένδυση», είπε χαρακτηριστικά.
Υποστήριξε ακόμη πως έχει πολλή μεγάλη σημασία, οι πρωτοβουλίες που αναφέρθηκαν από τον υπουργό για τα χρηματοδοτικά εργαλεία να ξεδιπλωθούν πολύ γρήγορα και κυρίως στη λογική να μην υπάρξει κενό μεταξύ της ζήτησης που θα δημιουργηθεί αμέσως μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων και της χορήγησης των δανείων.
Εστιάζοντας στο πρόγραμμα συμβολαιακής τραπεζικής της Τράπεζας Πειραιώς ο κ. Αντωνιάδης επισήμανε πως μετέχουν 301 επιχειρήσεις και συνεταιρισμοί, που εφοδιάζονται από 25.000 αγρότες, οι οποίες εξάγουν σε 55 χώρες προϊόντα αξίας 1,5 δισ. ευρώ ετησίως. «Για αυτές τις επιχειρήσεις και τους αγρότες ως τράπεζα με νέες γραμμές έχουμε χρηματοδοτήσει και συνεχίζουμε να τις χρηματοδοτούμε στην εξαετία αυτή με περίπου 750 εκατ. ευρώ», ανέφερε ο κ. Αντωνιάδης.
Σκρέκας: Σε αναζήτηση δημοσιονομικού χώρου για το αγροτικό πετρέλαιο
Στις καλένδες του… δημοσιονομικού χώρου, εν τω μεταξύ, παρέπεμψε, για μια ακόμη φορά, το «καυτό» ζήτημα του αγροτικού πετρελαίου ο υφυπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης, Κώστας Σκρέκας, προτάσσοντας ως πιο απτούς εναλλακτικούς τρόπους μείωσης του κόστους παραγωγής το net metering και τα κλειστά δίκτυα άρδευσης των εκμεταλλεύσεων.
Στα επίμονα ερωτήματα των παραγωγών, που είχαν γεμίσει ασφυκτικά την αίθουσα διεξαγωγής του 2ου συνέδριο του ΣΕΑΜ για την εκμηχάνιση του γεωργικού τομέα, για το εάν έχει κάποιο νέο για την επιστροφή του ειδικού φόρου κατανάλωσης, ο υφυπουργός ξεκαθάρισε πως το ποσό δεν είναι μόνο τα περίπου 150 εκατ. ευρώ που αντιστοιχεί στο αγροτικό πετρέλαιο, αλλά συνολικά ανέρχεται στα 800 εκατ. ευρώ και αυτό κάνει την κατάσταση δύσκολη. «Πρέπει να βρούμε δημοσιονομικό χώρο. Τον αναζητούμε, δεν είναι εύκολο, αλλά δεν έχουμε εγκαταλείψει το θέμα», ανέφερε χαρακτηριστικά, περιορίζοντας, ουσιαστικά, τις προσδοκίες.
Μάλιστα ο κ. Σκρέκας προσπάθησε να πείσει το ακροατήριο πως με την παρέμβαση που έγινε προ ημερών από το υπουργείου για την παροχή δυνατότητας στους παραγωγούς που επενδύουν στα φωτοβολταϊκά να μπορούν να πωλούν στο διαχειριστή του δικτύου, κατά προτεραιότητα, το 75% της ηλεκτροπαραγωγής τους, το όφελος είναι μεγαλύτερο από ό,τι αν επανερχόταν το παλαιό καθεστώς με το αγροτικό πετρέλαιο.
«Αν έχεις 100 στρέμματα πληρώνεις ρεύμα περίπου 2.000 ευρώ, σου δίνουμε τη δυνατότητα να παράγεις ρεύμα αξίας 8.000 ευρώ και να πουλάς τις 6.000 ευρώ και με τα 2.000 ευρώ να συμψηφίζει αυτό που καταναλώνεις. Τα 6.000 ευρώ έσοδο, στα 5 χρόνια είναι 30.000 ευρώ. Όσο κοστίζει το φωτοβολταϊκό που θα κατασκευάσεις για να παράγεις ρεύμα αξίας 8.000 ευρώ. Άρα, κάθε χρόνο από την επόμενη χρονιά θα γλιτώσεις 20 ευρώ το στρέμμα (σ. σ. 2.000 ευρώ, στα 100 στρέμματα), ενώ το αγροτικό πετρέλαιο ήταν από 12-13 ευρώ το στρέμμα», τόνισε, προσθέτοντας πως μετά την απόσβεση της επένδυση, το σύνολο των 8.000 ευρώ ετησίως θα αποτελεί πρόσθετο εισόδημα για τον αγρότη.
Επιφυλακτικό το ακροατήριο για την αντιστάθμιση με το net metering
Ο συλλογισμός του υφυπουργού δεν έπεισε πλήρως το ακροατήριο, με παραγωγό από το Κιλκίς να του επισημαίνει πως υπάρχουν δυσκολίες στο θέμα των φωτοβολταϊκών, αφού στην περίπτωσή του του ζητήθηκε να καταβάλει για ένα πάρκο 140 kwatt μόνο για τους όρους σύνδεσης με το δίκτυο το ποσό των 75.000 ευρώ. Ο κ. Σκρέκας απάντησε πως σε κάποιες περιοχές της χώρας, πράγματι το δίκτυο είναι φορτωμένο και αυτό δυσχεραίνει την κατάσταση, σημείωσε, μάλιστα, πως το κόστος αυτό είναι απαγορευτικό και πως στις περιπτώσεις αυτές οι αγρότες θα πρέπει να περιμένουν να δημιουργηθεί το δίκτυο πριν προχωρήσουν.
Αντίλογος, ωστόσο, υπήρξε και ως προς το συσχετισμό του αγροτικού πετρελαίου με το net metering, με τον παραγωγό τον κ. Δημητριάδη από τη Λάρισα να υπογραμμίζει στον υφυπουργό πως συγκρίνει δύο διαφορετικά πράγματα. «Το πετρέλαιο είναι άσχετο με το ρεύμα. Το τρακτέρ δεν χρησιμοποιείται στην άρδευση, αλλά σε όλες τις υπόλοιπες εργασίες στις καλλιέργειες», είπε χαρακτηριστικά, για να συμπληρώσει -υπό τις επιδοκιμασίες πολλών παραγωγών- ότι «δεν χρειάζεται να μας επιστρέφεται τα 150 εκατ. ευρώ. Υπάρχει μια πιο απλή λύση, κατεβάστε το φόρο και το ζήτημα επιλύεται. Και έτσι δεν παίρνουμε λεφτά ούτε από μέρισμα, ούτε από πλεονάσματα ούτε τίποτε. Κατεβάστε το φόρο 50%-60% και δεν θα έχουμε κανένα πρόβλημα».
Αναφορικά με τον παράγοντα αρδευτικό κόστος, ο κ. Σκρέκας σημείωσε πως συνιστά το δεύτερο μεγαλύτερο, μετά το κόστος γης δεδομένου ότι το νερό προέρχεται κατά 65% από τον υπόγειο υδροφόρο ορίζοντα, που σημαίνει ότι απαιτούνται αντλήσεις από όλο και πιο βαθιά σημεία, ενώ γίνεται και σπατάλη (σ. σ. χρησιμοποιούμε τρεις φορές περισσότερους όγκους από την Ισπανία και επτά φορές από την Πολωνία, είπε), λόγω του τρόπου της άρδευσης.
«Αυτό που λέμε είναι ότι θα πρέπει να πάμε σε οργανωμένα αρδευτικά δίκτυα, κλειστού τύπου, χωρίς απώλειες, με απομακρυσμένη διαχείριση που θα μειώσουν το κόστος άρδευσης και κατ’ επέκταση και το κόστος παραγωγής», επισήμανε ο υφυπουργός.
Κίνητρα για αγορά γης ζήτησαν οι αγρότες και κατήγγειλαν την ύπαρξη καρτέλ
Η ανοικτή κουβέντα έδωσε τη δυνατότητα να ανοίξει η βεντάλια των θεμάτων που συζητήθηκαν και στην παρέμβασή του ο παραγωγός Κώστας Ανεστίδης περιέγραψε με μελανά χρώματα την οικονομική κατάσταση των αγροτών, λέγοντας πως «δεν έχει μίζα να ξεκινήσει να καλλιεργεί σήμερα» και ζήτησε να μειωθεί ο ΦΠΑ στις εισροές στο 4%-5% ώστε με τον έμμεσο αυτό τρόπο να στηριχθεί χρηματοδοτικά. Επίσης προκειμένου να αντιμετωπιστεί το θέμα του μικρού κλήρου, πρότεινε να δοθούν κίνητρα για την αγορά χωραφιών από τους παραγωγούς (σ. σ. κάτι ανάλογο ζήτησε και ο Γιάννης Μπίκος), όπως το να πάει το κόστος τους στον πάγιο εξοπλισμό και να αποσβαίνεται, ενώ ζήτησε και να μην λογίζεται ως εισόδημα το ποσό που προκύπτει από την πώληση παλαιότερου εξοπλισμού, διότι έτσι ο παραγωγός δεν μπορεί να βρει χρήματα για να καλύψει την ίδια συμμετοχή του σε επενδύσεις.
Για τη δημιουργία «καρτέλ» στο κομμάτι των αροτραίων καλλιεργειών, μίλησε ο παραγωγός Γιώργος Καραΐσκος από τη Θεσσαλία, τονίζοντας πως τόσο στο γάλα, όσο και στο βαμβάκι και στο στάρι, οι αγρότες δεν έχουν καμία διαπραγματευτική ισχύ έναντι των εμπόρων–μεταποιητών. «Ζούμε κάτω από τη δαμόκλειο σπάθη τους», ανέφερε και ζήτησε από την πολιτεία να προστατεύσει τους παραγωγούς διότι βρίσκονται στη θέση του αδύναμου σε αυτή την εμπορική συναλλαγή.
Άλλος παραγωγός σημείωσε την ανάγκη τα παρατημένα κτήρια των άλλοτε συνεταιριστικών οργανώσεων να δίδονται κατά προτεραιότητα σε νέα συλλογικά σχήματα για να στηριχθεί η ανάπτυξή τους, ενώ ο κ. Φώτης Παπαδόπουλος από τον Αγροτικό Συνεταιρισμό Λαρισαίων Αγροτών, αφού παρέθεσε συγκριτικά στοιχεία για το ποιο ήταν το κόστος και ποιες οι τιμές των προϊόντων στις αρχές της δεκαετίας του 1980, σημείωσε, ενόψει και της νέας ΚΑΠ, πως «οι επιδοτήσεις πρέπει να δίδονται στα κιλά που παραδίδονται. Να πληρώνεται ο αγρότης που εργάζεται και όχι ο αγρότης του καναπέ και του κομπολογιού».
Πηγή: agronews.gr