Ευνοϊκή συγκυρία µε προϋποθέσεις για πραγµατική αναδιάταξη των αγροτικών εκµεταλλεύσεων και ανάδειξη της συνεισφοράς του παραγωγού στην οικονοµία, προδιαγράφουν οι διαµορφούµενες µετά την πανδηµία συνθήκες στη διεθνή αγορά και ειδικά στον ευρωπαϊκό χώρο. Την ευνοϊκή αυτή συγκυρία αναµένεται να περιγράψει, σε αδρές βέβαια γραµµές, το ερχόµενο σαββατοκύριακο από τη Θεσσαλονίκη και ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, δίνοντας παράλληλα το στίγµα των κυβερνητικών πρωτοβουλιών για την ενδυνάµωση της αγροτικής οικονοµίας.

Αφετηρία γι’ αυτή τη νέα εποχή στη γεωργία συνιστούν:

οι νέες τεχνολογικές δυνατότητες που προσφέρει και στον τοµέα της αγροτικής παραγωγής η ψηφιακή επανάσταση,
η αποφασιστικότητα της Ε.Ε. να κάνει πράξη την «πράσινη συµφωνία» και τον ειδικότερο σχεδιασµό του Farm to Fork,
η ανάγκη να εκλογικευθούν τα στοιχεία της αγροτικής παραγωγής και να περιφρουρηθεί η διατροφική επάρκεια,
οι νέες χρηµατοδοτικές δυνατότητες που υπόσχονται τα πακέτα του Ταµείου Ανάκαµψης στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Το πόσο σηµαντική καθίσταται, ειδικά αυτή τη φορά, η συνεισφορά του αγροτικού χώρου στη διαµόρφωση του νέου βιώσιµου παραγωγικού µοντέλου που αναζητά η χώρα, το επισηµαίνει µε σαφήνεια η ενδιάµεση έκθεση Πισσαρίδη για το Σχέδιο Ανάπτυξης της Ελληνικής Οικονοµίας. Για το πώς ακριβώς θα υπάρξει αυτή η συνεισφορά, αναµένεται να δοθεί στη δηµοσιότητα το κεφάλαιο 5 της έκθεσης (αγροδιατροφή), µαζί µε το σύνολο των προτάσεων για τον νέο οδικό χάρτη. Πριν απ’ αυτό επιστήµονες εγνωσµένου κύρους, όπως ο καθηγητής στο Πανεπιστήµιο Γεωπονικών Επιστηµών της Σουηδίας (SLU), Κώστας Καραντινινής, έρχονται να επιβεβαιώσουν µε την αρθρογραφία τους την «κρυµµένη δύναµη» του εγχώριου αγροτικού τοµέα, καθώς και την απουσία επαρκούς στήριξης από τους επόµενους κρίκους της αλυσίδας αξίας.

Τονίζεται για παράδειγµα ότι µε όρους εξασφάλισης προστιθέµενης αξίας στα αγροτικά προϊόντα, ο εγχώριος κλάδος της αγροδιατροφής βρίσκεται αρκετά βήµατα πίσω από τον µέσο όρο, ειδικά στο κοµµάτι που αφορά τη βιοµηχανία µεταποίησης, τη διανοµή και την εστίαση. Φαίνεται, τονίζει ο έγκριτος καθηγητής, ότι οι αγρότες από την πλευρά τους σε πολλές περιπτώσεις βρίσκονται κατά 5% παραπάνω από τον ευρωπαϊκό µέσο όρο στην κλίµακα παραγωγής προστιθέµενης αξίας ανά εκτάριο. Με άλλα λόγια, επισηµαίνει, ενώ η πρώτη ύλη είναι προϊόν υψηλής προστιθέµενης αξίας, η µεταποίηση αδυνατεί να λειτουργήσει ως πολλαπλασιαστής, µε την ασθενική παραγωγικότητα στο σκέλος της να απέχει περίπου 84% από τις επιδόσεις της Ευρώπης.

Με βάση τα παραπάνω καθίσταται σαφές ότι υπάρχει πρόβληµα επιχειρηµατικότητας στο ευρύτερο πεδίο της αγροδιατροφής, εποµένως η επιχειρούµενη αναδιάταξη δυνάµεων θα πρέπει να είναι συνολική και σε καµιά περίπτωση δεν περιορίζεται στα στοιχεία που συνθέτουν τον πρωτογενή τοµέα της παραγωγής. Αυτό σηµαίνει µεταξύ άλλων ότι κατά την επικείµενη κατανοµή των γενναίων χρηµατοδοτήσεων που προορίζονται για την ανάκαµψη της ελληνικής οικονοµίας, θα πρέπει να λαµβάνεται µέριµνα για µια συνολικότερη αναµόρφωση της αλυσίδας αξίας, βάσει της οποίας οι αγρότες θα ενισχύσουν τη θέση τους.

Η απόσταση ανάµεσα στις επιδόσεις υπεραξίας της ελληνικής αγροδιατροφής από την ευρωπαϊκή, τονίζει ο καθηγητής Καραντινινής, ειδικά στον τοµέα της µεταποίησης έχει µεγαλύτερη σηµασία αν λάβουµε υπόψη ότι στην Ε.Ε. η µισή σχεδόν παραγωγή (49%) διακινείται µέσω συνεταιρισµών, άρα και ένα αντίστοιχο ποσοστό υπεραξίας επιστρέφει στους ιδιοκτήτες παραγωγούς, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στην Ελλάδα είναι µόλις 8%.

Συµπερασµατικά, εφόσον το µεταποιηµένο προϊόν καταφέρει να προσεγγίσει τον ευρωπαϊκό µέσο όρο, η δυνατότητα βελτίωσης των οικονοµικών επιδόσεων των αγροτικών µονάδων αυξάνεται σηµαντικά, ειδικά στις περιπτώσεις κάθετων µονάδων και συνεταιριστικών εγχειρηµάτων, όπου το ποσοστό προστιθέµενης αξίας που επιστρέφει στον παραγωγό είναι µεγαλύτερο.

Πηγή: www.agronews.gr