Πληθαίνουν τα επιχειρήματα υπέρ της διαμόρφωσης μιας νέας «υπό-αγοράς» στην αγορά ελαιολάδου, στην οποία θα διαπραγματεύονται έξτρα παρθένα ελαιόλαδα προερχόμενα από παραδοσιακούς ελαιώνες, με υψηλότερες τιμές από αυτές που διαμορφώνει η υπερ-προσφορά από εκμεταλλεύσεις με βιομηχανικού τύπου προδιαγραφές.

Πρόκειται για μια εξέλιξη που εφόσον δρομολογηθεί, αναμένεται ότι θα βελτιώσει τη θέση των Ελλήνων παραγωγών, αφού ως επί το πλείστον η ελαιοκομία στην Ελλάδα καλύπτεται από την ομπρέλα του παραδοσιακού πρότυπου παραγωγής. Μια τελευταία προσθήκη στην φαρέτρα όσον προωθούν τη μεταρρύθμιση κατακερματισμού της αγοράς ελαιολάδου, η οποία έχει ξεκινήσει τους τελευταίους μήνες στην Ισπανία, συνιστά πρόσφατη έκθεση του Πανεπιστημίου της Χαέν, στην καρδιά του ισπανικού ελαιώνα. Εκεί οι ερευνητές αποτυπώνουν μια πραγματικότητα που θέλει το κόστος παραγωγής ανά κιλό έξτρα παρθένου ελαιολάδου να ξεκινά από τα 1,73 ευρώ το κιλό και να φτάνει τα 4 ευρώ. Με τη μέση τιμή του προϊόντος την περίοδο αυτή να διαμορφώνεται στα 2,55 ευρώ το κιλό, φαίνεται ότι μόνον οι πυκνές και υπέρπυκνες εκμεταλλεύσεις μπορούν να «κινηθούν» στις παρούσες συνθήκες της αγοράς.

Ο Φραντσίσκο Ρέγες, πρόεδρος της επαρχιακής διοίκησης της Ανδαλουσίας υπογράμμισε ότι «πρόκειται για μια πολύ θετική έκθεση για τον τομέα, ο οποίος έχει από καιρό καταγγείλει τις χαμηλές τιμές που καταβάλλονται στους παραγωγούς για αυτό το προϊόν, τιμές που δεν επιτρέπουν σε πολλές εκμεταλλεύσεις να καλύψουν το κόστος παραγωγής». Πρόσθεσε ότι «αυτή η δημοσίευση υποστηρίζει αυτούς τους ισχυρισμούς επειδή, «όπως διαβάζουμε στις σελίδες της, δεν είναι το ίδιο να παράγουμε ένα κιλό λάδι στον κάμπο όπως σε μια ορεινή περιοχή, σε έναν αρδευόμενο ελαιώνα όπως σε μια άνυδρη περιοχή , σε μια μεγάλη εκμετάλλευση όπως σε ένα μικρό, σε έναν παραδοσιακό ελαιώνα όπως σε έναν εντατικό ελαιώνα». Συνεπώς όπως σχολιάζει ο ίδιος, η πραγματικότητα των τρεχουσών τιμών, παρά την αύξηση τους τελευταίους μήνες, απέχει πολύ από το ιδανικό.

Το θέμα πάντως απασχόλησε πρόσφατα και μια ομάδα εργασίας υπό τον υπουργό Γεωργίας της Ισπανίας, Λούις Πλάνας, με τις προτάσεις για την αντιμετώπιση της ψαλίδας κόστος παραγωγής-τιμή παραγωγού ανάμεσα στις εκφράσεις του ελαιώνα να περιλαμβάνουν ειδικές ενισχύσεις και πολιτικές της ΚΑΠ καθώς και διάκριση τω αγορών. Σημειώνεται ότι μέτρα επιδότησης πρώιμης συγκομιδής και διάκριση εντατικών και παραδοσιακών ελαιώνων σε πανευρωπαϊκό επίπεδο στην ατζέντα επιχειρούμενης ισπανικής μεταρρύθμισης.

Πάντως, ανήµπορη να διαχειριστεί την πολυκαιρισµένη πια κρίση στην αγορά ελαιολάδου δείχνει η ευρωπαϊκή αλυσίδα εφοδιασµού και οι εµπλεκόµενοι σε αυτήν, µε τις ελαιοκοµικές περιφέρειες της Ισπανίας να ζητούν µια κρατική διαιτησία στις υποθέσεις τους και την επιτάχυνση άλλων αναπτυξιακών παρεµβάσεων όπως η διάκριση ανάµεσα σε παραδοσιακούς και πυκνούς ή υπέρπυκνους ελαιώνες.

Προγράµµατα αγροτικής ανάπτυξης ειδικά εστιασµένα για την ελαιοπαραγωγή αλλά και ειδικά µέτρα ενίσχυσης παραγωγών που φροντίζουν παραδοσιακούς ελαιώνες, βρίσκονται ήδη στην ατζέντα του Ισπανού υπουργού Γεωργίας Λούις Πλάνας, µε τον ίδιο σε ειδική συνάντηση µε εκπροσώπους των ελαιοκοµικών περιφερειών της Ισπανίας την περασµένη ∆ευτέρα, να ταξινοµεί τις εκκρεµότητες που εµποδίζουν την επανεκκίνηση της αγοράς. Όπως επεσήµανε οι ανισορροπίες ανάµεσα στην παγκόσµια προσφορά και τη ζήτηση οφείλονται σε µεγάλο βαθµό στην ασυνέπεια της αγοράς να µην διακρίνει το προϊόν µε βάση το καλλιεργητικό προφίλ του ελαιώνα. «Φυσικά το γεγονός ότι η παραγωγή αυξάνεται µε ρυθµό πολύ µεγαλύτερο από αυτόν της παγκόσµιας ζήτησης, είναι ένα πρόβληµα, που και αυτό µε κάποιον τρόπο συνδέεται µε τα παραγωγικά πρότυπα που ακολουθούµε» σηµείωσε.

Ως αλυσίδα «µη αξίας» του ελαιολάδου ονοµάστηκε η συγκεκριµένη ειδική ηµερίδα που διοργάνωσαν οι παραπάνω περιφέρειες µε στόχο να δροµολογήσουν τον γνωστό «δεκάλογο» που παρουσιάστηκε νωρίτερα φέτος στην χώρα της Ιβηρικής και θέτει τον φιλόδοξο στόχο της επανεκκίνησης του κλάδου της ελαιοκοµίας. Σε αυτήν λοιπόν, παρουσία του υπουργού Λούις Πλάνας που εµπνεύστηκε τον δεκάλογο του ελαιολάδου, συµφωνήθηκε ότι ένα από τα βασικότερα προβλήµατα που αντιµετωπίζει ο κλάδος, είναι αυτό το δίπολο ανάµεσα σε εντατικές και παραδοσιακές εκµεταλλεύσεις. Εκεί ο Λούις Πλάνας δήλωσε πως διατίθεται να ανάγει σε επίπεδο Ευρώπης την πρότασή του περί διαµόρφωσης δύο παράλληλων αγορών για τα ελαιόλαδα αυτά. Επιπλέον, ο ίδιος, ανακοίνωσε µια νέα παρέµβαση που θα αφορά στην οριοθέτηση της διαδικασίας µείξης παλιών ή υποβαθµισµένων ελαιολάδων µε φρέσκα.

Όπως επεσήµανε, οι παρεµβάσεις του βάζουν στο επίκεντρο «δύο σηµαντικά διαφορετικές µεταξύ τους πραγµατικότητες στον τοµέα του ελαιολάδου». «Συνυπάρχει ο παραδοσιακός ελαιώνας που είναι πολύ σηµαντικός στην αλυσίδα αξίας τόσο από οικονοµική όσο και από περιβαλλοντική και κοινωνική άποψη µαζί µε τον εντατικό και υπερ-εντατικό ελαιώνα, µε υψηλότερες αποδόσεις χαµηλότερο κόστος παραγωγής» σχολίασε.

Υπενθυµίζεται ότι ο δεκάλογος αυτός περιλαµβάνει:

Εθελοντικό σύστηµα µείωσης παραγωγής ως µέτρο αυτορρύθµισης για τους συνεταιρισµούς (που αντιπροσωπεύουν το 67% της παραγωγής ελαιολάδου).

Πρότυπα ποιότητας για την εδραίωση της πρώιµης συγκοµιδής ελιών.

Ρύθµιση της παραγωγής ελαιολάδου στον τοµέα της µεταποίησης.

Νέα πρότυπα τυποποίησης και σήµανσης, που διαφοροποιούν το έξτρα παρθένο ελαιόλαδο το οποίο έχει παραχθεί από παραδοσιακούς ελαιώνες.

Νέο ποιοτικό πρότυπο ιχνηλασιµότητας για το ελαιόλαδο.

Προγράµµατα προώθησης.

Στη νέα ΚΑΠ πρόβλεψη στήριξης του βασικού εισοδήµατος των παραγωγών που διαχειρίζονται παραδοσιακούς ελαιώνες.

∆ιαµόρφωση προγραµµάτων αγροτικής ανάπτυξης ειδικά για τον ελαιοκοµικό τοµέα στη µελλοντική ΚΑΠ.

Αύξηση των βιολογικών ελαιώνων µέχρι το 2030.

Μέσω της ΚΑΠ, αναδόµηση του παραδοσιακού ελαιώνα, µέσω προγραµµάτων ανάπτυξης που θα επιτρέψουν την αγορά εξοπλισµού που θα µειώσει αισθητά το κόστος παραγωγής.

Πηγή: agronews.gr