Το ηχηρό «κανόνι» στα λιπάσματα που τρόμαξε πιο πολύ τις τράπεζες και ο αντίχτυπος στην αγροτική παραγωγή.
Μέρες µεγάλης αναστάτωσης διέρχεται αυτό τον καιρό ο κλάδος των λιπασµάτων στην Ελλάδα, µε αφορµή την κατάρρευση, προ διµήνου περίπου, γνωστής εγχώριας εταιρείας trading (λειτουργούσε ως γραφείο αντιπροσωπείας διεθνούς εµβέλειας οµίλου), η οποία έχει αθετήσει συµφωνίες άνω των 25 εκατ. ευρώ.
Το πρόβληµα, ωστόσο, δεν περιορίζεται στη συγκεκριµένη χρεοκοπία, ούτε στο συγκεκριµένο ποσό. Η διερεύνηση του θέµατος βεβαιώνει ότι µε αφετηρία την εν λόγω υπόθεση, έχει ξεκινήσει ένας φαύλος κύκλος περικοπής ή και διακοπής χρηµατοδοτήσεων, µαταίωσης συµφωνιών και σύσφιξης πιστώσεων (εντός της αγοράς) που ναρκοθετεί τα θεµέλια ενός κλάδου µε συνολικό τζίρο πολύ πάνω από 1 δισ. ευρώ.
Την ίδια στιγµή, βέβαια, το πρόβληµα µεταφέρεται και στην πραγµατική παραγωγή, καθώς τα καταστήµατα αγροεφοδίων δυσκολεύονται να προσαρµοσθούν -µέσα σε λίγες εβδοµάδες- στην πολιτική πιστώσεων, την οποία, εκ των πραγµάτων υποχρεώνονται να υπαγορεύσουν πολλοί εκ των προµηθευτών. Εποµένως, δυσκολεύονται να αγοράσουν προϊόντα, άρα και να ανταποκριθούν στη ζήτηση που υπάρχει αυτό τον καιρό από τους αγρότες, κάτι που επηρεάζει αρνητικά σε κάποιο βαθµό και την καλλιεργητική διαδικασία.
Για τους συντελεστές του κλάδου των λιπασµάτων ή τουλάχιστον για τις εγχώριες επιχειρήσεις που έχουν επηρεασθεί µε τον έναν ή τον άλλο τρόπο από αυτή την κατάσταση, το «κλειδί» για την αποκατάσταση της οµαλότητας βρίσκεται στις τράπεζες. Χρόνια τώρα, όλοι το γνωρίζουν ότι η αγορά λιπασµάτων στη χώρα µας δουλεύει µε µια ανοιχτή πίστωση, που φθάνει και τους 9 µήνες. Με δεδοµένο µάλιστα ότι πρόκειται για προϊόντα µεγάλου όγκου, που δεσµεύουν για καιρό τεράστια ποσά, µια ξαφνική διακοπή της «στρόφιγγας» χρηµατοδότησης από τις τράπεζες µπορεί να οδηγήσει σε ασυνήθιστες «καραµπόλες» και σε προβλήµατα του κλάδου ανάλογα µε αυτά που αντιµετώπισε η Ελλάδα της κρίσης µετά το 2010.
∆εν είναι άλλωστε υπερβολή αν πει κανείς ότι η ανοχή κάποιων τραπεζών και ειδικά µιας νεότευκτης µη συστηµικής, ήταν αυτή που άφησε περιθώρια στις ιδιότυπες συναλλακτικές τακτικές που ανέπτυξε η εγχώρια εταιρεία trading. Εικάζεται µάλιστα ότι µια «ύποπτη» προεξόφληση επιταγών, όταν η «φούσκα» έδειχνε να σκάει, ήταν που «ξεχείλισε το ποτήρι» και άφησε «στα κρύα του λουτρού» έναν αξιόλογο (µονοψήφιο βέβαια) αριθµό εγχώριων εταιρειών παραγωγής λιπασµάτων, οι οποίες σήµερα δείχνουν να έχουν επωµισθεί όλο το πρόβληµα.
Ήδη µια εξ αυτών υποχρεώθηκε σε αλλαγή του ιδιοκτησιακού καθεστώτος της, προκειµένου να αποφευχθούν τα χειρότερα, ενώ κάποιες ακόµα βρίσκονται αντιµέτωπες µε οικονοµική ασφυξία, αν οι τράπεζες δεν διευκολύνουν την κατάσταση και αν η Πολιτεία δεν αντιληφθεί -έστω και τώρα- τις συνέπειες που µπορεί να έχει αυτή η δυσλειτουργία της αγοράς, σε όλο το φάσµα της αγροτικής παραγωγής.
Το θέµα φθάνει στα γεωπονικά καταστήµατα
Ευρύτατες ανακατατάξεις στο χάρτη της εγχώριας λιπασµατοβιοµηχανίας, µε συγκέντρωση δυνάµεων και αποδυνάµωση του ανταγωνισµού, είναι πολύ πιθανό να φέρει η «τρύπα» που άνοιξε στην αγορά το «κανόνι» ενός trader. Όσο το θέµα µένει ανοιχτό, χωρίς κάποια ειδικότερη µέριµνα από την πλευρά της Πολιτείας, τόσο οι επιπτώσεις αυτής της υπόθεσης εξελίσσονται σε «χιονοστιβάδα» που απειλεί στο πέρασµά της «µαγαζιά» και βιοµηχανίες. Ήδη σε κάποιες περιοχές, ο εφοδιασµός των γεωπονικών καταστηµάτων δεν ακολουθεί τις νόρµες της αγοράς τα τελευταία χρόνια, επηρεάζοντας ανάλογα τόσο τις τιµές των λιπασµάτων, όσο και τη δυνατότητα των παραγωγών να εξασφαλίζουν τη συνήθη πίστωση. Σ’ αυτή τη φάση η κατάσταση φαίνεται να επηρεάζει πρώτα τους πιο αδύναµους κρίκους της αγοράς, ωστόσο, αν δεν δοθεί ένα τέλος οι εξελίξεις µέχρι το φθινόπωρο µπορεί να είναι απρόβλεπτες.
Γιάννης Πανάγος
Πηγή: www.agronews.gr