Με νάρκη στα δημόσια οικονομικά ισοδυναμεί το κενό του ΟΠΕΚΕΠΕ και οι ανακλήσεις που επιβάλει η Ε.Ε. στις κοινοτικές ενισχύσεις.

Σήμα κινδύνου για τα δημόσια οικονομικά εκπέμπει η κατάσταση που έχει διαμορφωθεί από τη διαχείριση των κοινοτικών ενισχύσεων στον ΟΠΕΚΕΠΕ, με κυβερνητικούς αξιωματούχους να εκφράζουν ανοιχτά πλέον την ανησυχία τους για το που μπορεί να οδηγήσει το «χρηματοδοτικό κενό» που επιφέρουν οι απανωτές αποφάσεις των ευρωπαϊκών αρχών για αχρεωστήτως καταβληθέντα και ανακλήσεις επιδοτήσεων.

Είναι πλέον σαφές ότι το θέμα ξεπερνάει τα στενά όρια της διαμάχης κάποιων εταιρειών πληροφορικής για τη διαχείριση του ΟΣΔΕ και το άνοιγμα της διαδικασίας για τις φετινές αιτήσεις ενιαίας ενίσχυσης (ΕΑΕ 2024) από τους παραγωγούς.

Όσο κι αν οι επιτελείς του Οργανισμού υποβαθμίζουν τον ασφυκτικό κλοιό που έχει επιβάλει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η επιτήρηση σε κάθε βήμα του Οργανισμού Πληρωμών, είναι πλέον σαφές ότι η Κερκόπορτα έχει ανοίξει και ανεξάρτητα από το αν επηρεάζουν ή όχι τις άμεσες αποφάσεις σε οργανωτικά ζητήματα, κάνουν πιο εύκολη την επιβολή δυσβάστακτων προστίμων σε μια εποχή που η χώρα αναζητά εναγωνίως την επιστροφή στην κανονικότητα.

Να αναφερθεί εδώ ότι η υπόθεση των ποινών που επιβάλλονται από τις Βρυξέλλες, είτε με τη μορφή καταλογισμών, είτε με τη μορφή ανακλήσεων (ενισχύσεων), είτε με τη μορφή αχρεωστήτως καταβληθέντων, είναι κάτι που έχει απασχολήσει έντονα κατά καιρούς την δημόσια αρχή στην Ελλάδα και έχει σταθεί αφορμή όχι μόνο να αλλάξουν υπουργοί (Γεωργίας) αλλά να τεθεί ζήτημα και για κάποιες κυβερνήσεις.

Αξίζει να αναφερθεί ότι πριν από μερικά χρόνια και συγκεκριμένα το 2001, όταν ο τότε πρωθυπουργός, Κώστας Σημίτης, καλούσε να αναλάβει την ευθύνη του Γεωργίας τον αείμνηστο, Γιώργο Δρυ (μέχρι τότε υφυπουργό Οικονομικών), το πρώτο πράγμα που του ζητούσε ήταν να είναι ιδιαίτερα προσεκτικός με τον νεοσύστατο τότε ΟΠΕΚΕΠΕ (διάδοχο σ’ εκείνη τη φάση της ΔΙΔΑΓΕΠ) καθώς, οι ποινές που έρχονταν κάθε τόσο από τις Βρυξέλλες μπορούσαν να ανατρέψουν την λεπτή δημοσιονομική ισορροπία που είχε πετύχει η χώρα για την είσοδό της στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση και στη ζώνη του ευρώ.

Σ’ εκείνη τη φάση τα πράγματα μάλλον κύλισαν ομαλά, καθώς τα χρήματα που διαχειρίζονταν ως τότε ο ΟΠΕΚΕΠΕ ήταν πολύ λιγότερα και μόνο ένα μικρό μέρος αυτών αφορούσε απ’ ευθείας στους αγρότες. Η μεταρρύθμιση του Φρανς Φίσλερ το 2003 ήταν αυτή που άλλαξε άρδην το σκηνικό και έφερε τον Οργανισμό Πληρωμών στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής και των τεράστιων κονδυλίων που αντλούσε από τον κοινοτικό κορβανά η Ελλάδα.

Άλλωστε, η καθιέρωση των δικαιωμάτων άμεσων ενισχύσεων των παραγωγών, ήταν αυτό που δημιουργούσε νέες ανάγκες στη λειτουργία του Οργανισμού, προκειμένου να συλλέγονται έγκαιρα τα στοιχεία δραστηριότητας των αγροτών, να ακολουθούν την διαδικασία διασταύρωσης που ήταν απαραίτητη και να μπορούν βάσει αυτών να υπολογίζονται εξατομικευμένα οι άμεσες ενισχύσεις.

Η αλήθεια είναι ότι ποτέ αυτό το σύστημα δεν λειτούργησε αποτελεσματικά. Στην αρχή, ήταν οι Ενώσεις Αγροτικών Συνεταιρισμών που μαζί με την ΠΑΣΕΓΕΣ, είχαν αναλάβει αυτή τη διαδικασία, επειδή, όπως υποστήριζαν, γνώριζαν από κοντά, μέσα από το δίκτυό τους τον κάθε παραγωγό και τη δραστηριότητά του, επομένως μπορούσαν να έχουν μια πρώτη δυνατότητα αξιολόγησης αυτών των δηλώσεων (ΟΣΔΕ). Βεβαίως, η δίψα των Ενώσεων για εύκολο χρήμα που θα έλυνε μέχρι κάποιο βαθμό τα εγγενή προβλήματά τους και η ροπή των αιτούντων ενίσχυσης στη «λαθροχειρία», ειδικά όταν πρόκειται για κοινοτικό χρήμα, έδειξε από νωρίς που θα μπορούσε να οδηγηθεί η κατάσταση, αν εγκαίρως δεν λαμβάνονταν τα κατάλληλα μέτρα.

Αυτό δεν έγινε ποτέ. Η πρώτη δεκαετία κύλισε με τα πρώτα σκάνδαλα να βαραίνουν τη διαχείριση του πολύπλοκου συστήματος δηλώσεων τις Ενώσεις. Αξίζει να σημειωθεί ότι την «τεχνική υποστήριξη» των τότε Ενώσεων και της ΠΑΣΕΓΕΣ, είχε αναλάβει μια μικρή και ασήμαντη εταιρεία, η οποία, λίγα χρόνια αργότερα θα αναλάμβανε πρωταγωνιστικό ρόλο στην υπόθεση των δηλώσεων ΟΣΔΕ, υπονομεύοντας επί της ουσίας το ρόλο των συνεταιρισμών. Κάπως έτσι, δημιουργήθηκε ένα ερμαφρόδιτο εταιρικό σχήμα, το οποίο θα αναλάμβανε έναντι αδράς αμοιβής, η οποία θα βάρυνε απ’ ευθείας τους παραγωγούς, το έργο των δηλώσεων ΟΣΔΕ. Φυσικά, μέτοχος πλειοψηφίας σ’ αυτό το σχήμα ήταν και παραμένει η μικρή και ασήμαντη (ως τότε) εταιρεία πληροφορικής, επιτυγχάνοντας μια 7ετή φαραωνική σύμβαση που την έφερε στην «καρδιά» της διαχείρισης των κοινοτικών ενισχύσεων.

Αρκετές φορές έκτοτε, τα πράγματα έχουν πάει από το κακό στο χειρότερο, με τον ΟΠΕΚΕΠΕ να απεμπολεί το «διευθυντικό δικαίωμα» επί του όλου ζητήματος, τους παραγωγούς να πληρώνουν ακριβά και να μην πληρώνονται ποτέ στην ώρα τους και το δημόσιο να κινδυνεύει συνεχώς με δυσβάστακτα πρόστιμα.

Κάπως έτσι, έχουμε φθάσει στη σημερινή κατάσταση. Σήμερα, το ξέρουν και οι πέτρες, ότι τα σκουπίδια που έχουν μαζευτεί κάτω από το χαλί είναι πολλά και η διαχείριση της κατάστασης μόνο προβλήματα μπορεί να δημιουργήσει σε όποιον το επιχειρήσει. Η υπόθεση του ΟΠΕΚΕΠΕ, είναι η «καυτή πατάτα» που από την πρώτη στιγμή πήρε στα χέρια του ο νέος υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης, Κώστας Τσιάρας και έκτοτε έχει χάσει τον ύπνο του. Το που θα οδηγήσει αυτή η υπόθεση, θα το δούμε πολύ σύντομα και ας ελπίσουμε ότι δεν θα έχει οδυνηρό τέλος.

Γιάννης Πανάγος

Πηγή: www.agronews.gr