Βρισκόµαστε χρονικά σχεδόν στη µέση της φετινής σεζόν κι αν εξαιρέσουµε µια µίνι καλοκαιρινή άνοδο, τα σκληρά στάρια δεν έχουν αποδώσει τα αναµενόµενα. Αντιθέτως τους φθινοπωρινούς µήνες οι τιµές είναι προσκολληµένες στα χαµηλά τους και όποια ανοδική προσπάθεια αντίδρασης αποτυγχάνει υπό το βάρος των υψηλών αποθεµάτων και επαρκών παραγωγών παγκοσµίως. Πλέον µπαίνουµε στην εποχή των σπορών, µε τις τιµές να αδυνατούν να λάβουν µια σαφή κατεύθυνση.
Κατά την περίοδο του αλωνισµού και µε τον φόβο των χαµηλών ποιοτήτων, εξαιτίας του ειδικού βάρους, οι τιµές ξεκίνησαν µε ανοδικές τάσεις. Η αγορά αγνόησε το γεγονός πως δεν είχε γίνει καµία προπώληση για εξαγωγή µέχρι το καλοκαίρι και ενισχύθηκε από τη ζήτηση στην τοπική αγορά.
Ήταν αυτονόητο πως οι µεγάλοι τοπικοί µύλοι θα έπρεπε να καλύψουν τις ανάγκες τους και σε µια φαινοµενικά άσχηµη χρονιά θα πλήρωναν κάτι παραπάνω για τη σωστή λειτουργία τους. Αυτός ήταν ο βασικός λόγος της καλοκαιρινής ανόδου. Κατόπιν, η εσωτερική αγορά καλύφθηκε και φτάσαµε στο φθινόπωρο µε την αγορά ιδιαίτερα υποτονική. Για τις καλές ποιότητες δεν έχει χαθεί το ψυχολογικό όριο των 20 λεπτών στον παραγωγό. Εντούτοις, για το κάτι παραπάνω θα χρειαστεί βοήθεια των υψηλών τιµών στην εξαγωγή, που ακόµα δεν έχει έρθει.
Τα δεδοµένα των τελευταίων εβδοµάδων δίνουν έναν τόνο αισιοδοξίας, χωρίς ακόµα κάτι χειροπιαστό. Συγκεκριµένα, οι τελευταίες πωλήσεις µεγάλων ποσοτήτων σε Αλγερία και Τυνησία, µέσω διεθνών πλειοδοτικών διαγωνισµών, έδειξαν πως η διεθνής αγορά επανα- δραστηριοποιείται και µάλιστα σε υψηλότερα επίπεδα τιµών.
Στη τελευταία της αγορά η Αλγερία πλήρωσε περίπου 296 δολάρια ο τόνος παραδοτέα σε λιµάνι τους, όταν η προηγούµενη αγορά είχε γίνει στα 292 δολάρια. Παράλληλα, η Τυνησία αγόρασε την προηγούµενη εβδοµάδα στα 289 δολάρια παραδοτέα σε λιµάνι της Τυνησίας, όταν στον προηγούµενο διαγωνισµό είχε πληρώσει 285 δολάρια. Σε όλες τις περιπτώσεις οι προδιαγραφές αφορούν ποιοτικά στάρια.
Με σηµερινή ισοτιµία ευρώ/δολαρίου οι τελευταίες αγορές των αφρικανικών χωρών κυµαίνονται στα 247-253 ευρώ ο τόνος παραδοτέα σε λιµάνι τους. Αφαιρώντας το µεταφορικό κόστος, τα έξοδα λιµανιού, το περιθώριο κέρδους των διεθνών εµπορικών οίκων, καταλήγουµε κάτω από τα 220 ευρώ ο τόνος σε ελληνικό λιµάνι για καλές ποιότητες. Αυτές οι τιµές δεν δελεάζουν τους τοπικούς εµπόρους/εξαγωγείς, που αναβάλλουν νέες πωλήσεις. Μένει να δούµε πόσο θα ανεβάσουν τις τιµές οι διεθνείς έµποροι µε τις φορτώσεις του ∆εκεµβρίου.
∆ιατήρηση υψηλών στοκ για πώληση σε υψηλότερα επίπεδα µε το νέο έτος
Στη γειτονική Ιταλία, η προσπάθεια κάλυψης κάποιων εξαγωγών σκληρού σίτου σε Τυνησία και Αλγερία µε ιταλική σοδειά έχει εξελιχτεί σε εξαιρετικά δύσκολη υπόθεση, δεδοµένου ότι σήµερα οι καλές ποιότητες (13% πρωτεΐνη) στην ιταλική αγορά πληρώνονται από τους τοπικούς µύλους περίπου στα 230 ευρώ ο τόνος επί αυτοκινήτου. Ενδεχοµένως η σοδειά µας να αποτελεί εναλλακτική για µερική κάλυψη αυτών των πωλήσεων, ωστόσο οι τιµές που προσφέρονται δεν είναι ακόµα δελεαστικές, ενώ και οι έµποροι µπορεί να βρουν εναλλακτικές στην Ισπανία.
Υπό αυτής της αβεβαιότητας οδεύουµε προς τη σπορά της νέας σοδειάς. Η πλειονότητα των εµπόρων έχοντας χτίσει τη θέση τους σε υψηλότερο κόστος είναι λογικό, όσο µπορούν, να αναβάλουν τις πωλήσεις τους για αργότερα. Αρκετοί πιστεύουν πως θα υπάρξουν καλύτερες προοπτικές µε το νέο έτος, οπότε και θα έχει φανεί στην παγκόσµια αγορά η µείωση των καλλιεργούµενων εκτάσεων. Πηγές στην Ιταλία, αντιθέτως, εκτιµούν ότι τα στρέµµατα µε σκληρό σιτάρι θα µείνουν ίδια.
Η φετινή µας σοδειά παρά τους αρχικούς φόβους εξελίχθηκε σε ποιοτική µε πρωτεΐνες αρκετά υψηλότερες από το σύνηθες. Οι τιµές όµως ιστορικά κυµαίνονται σε χαµηλά επίπεδα, εποµένως είναι λογικό, υπό το ποιοτικό ρίσκο της επόµενης σοδειάς, οι τοπικοί µύλοι να θελήσουν να διατηρούν τα µέγιστα στοκ στις αποθήκες τους. Μην ξεχνάµε πως υπάρχουν πολλές απούλητες ποσότητες, αλλά η φετινή σοδειά είναι κατά πολύ µειωµένη από την περσινή.
Πηγή: agronews.gr